“Λόγια…άραγε υπάρχουν λόγια της παρηγοριάς; Δεν είμαι σίγουρος. Κι ούτε πιστεύω πως είναι δυνατόν ή πως θα έπρεπε να παρηγορηθεί κάποιος που υπέστη μια απώλεια τόσο ξαφνική και μεγάλη σαν τη δική σας…Άλλωστε ούτε κι ο χρόνος «γιατρεύει», όπως τόσο επιφανειακά μας αρέσει να λέμε, το πολύ-πολύ να βάλει τα πράγματα στη θέση τους, να βάλει μια τάξη…Θα έπρεπε από ένστικτο να μη θέλουμε να παρηγορηθούμε για μια τέτοια απώλεια, θα ‘πρεπε αντίθετα, να γίνει βαθιά κι επώδυνη η περιέργειά μας να την εξερευνήσουμε πέρα ως πέρα, να βιώσουμε την ιδιαιτερότητα, τη μοναδικότητα αυτής ειδικά της απώλειας, την επίδρασή της στη ζωή μας…Γίνεται τώρα πόνος ενεργός, με εσωτερική επίδραση, ο μόνος πόνος που έχει νόημα και είναι αντάξιός μας…”
Το δεύτερο μέρος του αφιερώματος θα μονοπωλήσουν δύο ξεχωριστές φωνές, που συνδέονται μεταξύ τους με δεσμούς πνευματικής συγγένειας: η φωνή του γερμανόφωνου ποιητή Rainer Maria Rilke, με κάποια αποσπάσματα από τις επιστολές του και αυτή του καθηγητή Δημήτρη Λιαντίνη, μέσα από τη διδακτορική του διατριβή πάνω στην ποίηση του Rilke.
Η θέση του Rilke είναι ξεκάθαρη: ο θάνατος κάποιου αγαπημένου είναι μία από τις συγκλονιστικότερες εμπειρίες της ζωής, μέσω της οποίας δοκιμαζόμαστε, μαθαίνουμε τον εαυτό μας, ωριμάζουμε και μάς δίνεται η ευκαιρία να υπερβούμε την πρόσκαιρη θνητή φύση μας και να αντικρίσουμε τη ζωή στην ολότητά της. Προσέξτε τη λεπτότητα των εκφράσεων και τη μουσικότητα της ποίησης που αναδύεται μέσα από τον προσεγμένο και εμπνευσμένο λόγο του:
“Όσον αφορά εμένα, ό,τι δικό μου πέθανε, πέθανε βυθιζόμενο, θα λέγαμε, μες στην ίδια μου την καρδιά: όταν αναζητούσα τον άνθρωπο που είχα χάσει, εκείνος ανασυγκροτούνταν μέσα μου τόσο ιδιότυπα και τόσο αιφνιδιαστικά, ήταν δε τόσο συγκινητικό να νιώθω πως βρισκόταν πλέον μόνο εκεί, πως η λαχτάρα μου να υπηρετήσω την εκεί ύπαρξή του, να εμβαθύνω σ’ αυτήν και να την εγκωμιάσω, έπαιρνε το πάνω χέρι σχεδόν την ίδια στιγμή που υπό άλλες συνθήκες ο πόνος θα είχε ήδη επιτεθεί στην ψυχή μου και θα την είχε ερημώσει…ο θάνατος όμως είναι τόσο βαθιά ριζωμένος στη φύση της αγάπης, που διόλου δεν την αντικρούει (φτάνει μονάχα να μη μας μπερδεύουν οι ασχήμιες και οι υποψίες που του έχουν φορτώσει). Εξάλλου, πού αλλού θα μπορούσε να απωθήσει εκείνος αυτό το Ένα, που άφατο το κρατήσαμε στην καρδιά μας, αν όχι μέσα στην ίδια αυτή καρδιά; Πού αλλού αν όχι μέσα μας θα ήταν πιο ασφαλής η «ιδέα» τούτου του αγαπημένου πλάσματος, η ακατάπαυστη επενέργεια, η ανέκαθεν κρυφή επίδρασή του;…”
Η θέση του Rilke είναι ξεκάθαρη: ο θάνατος κάποιου αγαπημένου είναι μία από τις συγκλονιστικότερες εμπειρίες της ζωής, μέσω της οποίας δοκιμαζόμαστε, μαθαίνουμε τον εαυτό μας, ωριμάζουμε και μάς δίνεται η ευκαιρία να υπερβούμε την πρόσκαιρη θνητή φύση μας και να αντικρίσουμε τη ζωή στην ολότητά της. Προσέξτε τη λεπτότητα των εκφράσεων και τη μουσικότητα της ποίησης που αναδύεται μέσα από τον προσεγμένο και εμπνευσμένο λόγο του:
“Όσον αφορά εμένα, ό,τι δικό μου πέθανε, πέθανε βυθιζόμενο, θα λέγαμε, μες στην ίδια μου την καρδιά: όταν αναζητούσα τον άνθρωπο που είχα χάσει, εκείνος ανασυγκροτούνταν μέσα μου τόσο ιδιότυπα και τόσο αιφνιδιαστικά, ήταν δε τόσο συγκινητικό να νιώθω πως βρισκόταν πλέον μόνο εκεί, πως η λαχτάρα μου να υπηρετήσω την εκεί ύπαρξή του, να εμβαθύνω σ’ αυτήν και να την εγκωμιάσω, έπαιρνε το πάνω χέρι σχεδόν την ίδια στιγμή που υπό άλλες συνθήκες ο πόνος θα είχε ήδη επιτεθεί στην ψυχή μου και θα την είχε ερημώσει…ο θάνατος όμως είναι τόσο βαθιά ριζωμένος στη φύση της αγάπης, που διόλου δεν την αντικρούει (φτάνει μονάχα να μη μας μπερδεύουν οι ασχήμιες και οι υποψίες που του έχουν φορτώσει). Εξάλλου, πού αλλού θα μπορούσε να απωθήσει εκείνος αυτό το Ένα, που άφατο το κρατήσαμε στην καρδιά μας, αν όχι μέσα στην ίδια αυτή καρδιά; Πού αλλού αν όχι μέσα μας θα ήταν πιο ασφαλής η «ιδέα» τούτου του αγαπημένου πλάσματος, η ακατάπαυστη επενέργεια, η ανέκαθεν κρυφή επίδρασή του;…”
“…καθοδηγούμαι πλέον όλο και πιο πολύ από μία και μόνη επιδίωξη: να παρέμβω διορθωτικά αποκαθιστώντας τα απωθημένα αιώνων, που σταδιακά μας αποξένωσαν από όσα μυστικά θα μπορούσαν να μας χαρίσουν μια ζωή με πληρότητα και αφθονία. Η φρίκη της ζωής τρομάζει και αποσβολώνει τους ανθρώπους: υπάρχει όμως τίποτα γλυκό και υπέροχο, που να μη φορά κατά καιρούς τούτη τη μάσκα, τη μάσκα της φρίκης;…”
“Όπως η σελήνη έτσι και η ζωή πρέπει σίγουρα να έχει και μια πλευρά πάντα σκοτεινή για μας, που δεν είναι το αντίθετό της, αλλά το κομμάτι εκείνο που τη συμπληρώνει οδηγώντας τη στην ολοκλήρωση, στην αρτιότητα, στην αληθινή, ακέραιη και πλήρη σφαίρα του είναι…ο θάνατος δεν υπερβαίνει τις δυνάμεις μας, είναι απλώς το σημάδι στο χείλος του δοχείου: κάθε φορά που το φτάνουμε, είμαστε πλήρεις…Δεν εννοώ πως πρέπει να αγαπάμε τον θάνατο, τη ζωή όμως πρέπει να την αγαπάμε τόσο γενναιόδωρα, χωρίς υπολογισμούς και επιλεκτικότητα, έτσι ώστε να τον συμπεριλαμβάνουμε και αυτόν στο διηνεκές, να τον αγαπάμε μαζί της (αυτόν που είναι η σκοτεινή πλευρά της), έτσι όπως συμβαίνει άλλωστε κάθε φορά μες στις πλατιές κινήσεις της αγάπης, που είναι ασυγκράτητες και δεν γνωρίζουν σύνορα! Μόνο και μόνο επειδή σε μιαν απρόσμενη ροπή της σκέψης μας τον αποκλείσαμε, άρχισε ο θάνατος να μας φαίνεται όλο και πιο ξένος και επειδή τον κρατήσαμε αποξενωμένο, έγινε εχθρός μας…Προκατειλημμένοι καθώς είμαστε εναντίον του θανάτου, δεν καταφέρνουμε να τον απελευθερώσουμε απ’ τις παραμορφώσεις του…”
“Αχ, μόνον εκείνος που ποτέ δε μας ανήκε μπορεί να φύγει από κοντά μας…Μην πιστέψετε πως ό,τι ανήκε στις πιο αυθεντικές εκδοχές της πραγματικότητάς μας μπορεί έτσι απλά να ακυρωθεί, να πάψει να υφίσταται…Όλες οι ουσιαστικές μας σχέσεις, όλα τα βαθιά βιώματά μας διαπερνούν το Όλο και τη ζωή και τον θάνατο, πρέπει να ζήσουμε και στα δύο, να νιώθουμε βαθιά εξοικειωμένοι και στα δύο…Αυθεντικοί κι αγνοί είμαστε μόνον όταν συγκατανεύουμε στο Όλο, σ’ αυτό που ακόμη δεν έχει κριθεί, στο μεγάλο, στο μέγιστο.”
“Όπως η σελήνη έτσι και η ζωή πρέπει σίγουρα να έχει και μια πλευρά πάντα σκοτεινή για μας, που δεν είναι το αντίθετό της, αλλά το κομμάτι εκείνο που τη συμπληρώνει οδηγώντας τη στην ολοκλήρωση, στην αρτιότητα, στην αληθινή, ακέραιη και πλήρη σφαίρα του είναι…ο θάνατος δεν υπερβαίνει τις δυνάμεις μας, είναι απλώς το σημάδι στο χείλος του δοχείου: κάθε φορά που το φτάνουμε, είμαστε πλήρεις…Δεν εννοώ πως πρέπει να αγαπάμε τον θάνατο, τη ζωή όμως πρέπει να την αγαπάμε τόσο γενναιόδωρα, χωρίς υπολογισμούς και επιλεκτικότητα, έτσι ώστε να τον συμπεριλαμβάνουμε και αυτόν στο διηνεκές, να τον αγαπάμε μαζί της (αυτόν που είναι η σκοτεινή πλευρά της), έτσι όπως συμβαίνει άλλωστε κάθε φορά μες στις πλατιές κινήσεις της αγάπης, που είναι ασυγκράτητες και δεν γνωρίζουν σύνορα! Μόνο και μόνο επειδή σε μιαν απρόσμενη ροπή της σκέψης μας τον αποκλείσαμε, άρχισε ο θάνατος να μας φαίνεται όλο και πιο ξένος και επειδή τον κρατήσαμε αποξενωμένο, έγινε εχθρός μας…Προκατειλημμένοι καθώς είμαστε εναντίον του θανάτου, δεν καταφέρνουμε να τον απελευθερώσουμε απ’ τις παραμορφώσεις του…”
“Αχ, μόνον εκείνος που ποτέ δε μας ανήκε μπορεί να φύγει από κοντά μας…Μην πιστέψετε πως ό,τι ανήκε στις πιο αυθεντικές εκδοχές της πραγματικότητάς μας μπορεί έτσι απλά να ακυρωθεί, να πάψει να υφίσταται…Όλες οι ουσιαστικές μας σχέσεις, όλα τα βαθιά βιώματά μας διαπερνούν το Όλο και τη ζωή και τον θάνατο, πρέπει να ζήσουμε και στα δύο, να νιώθουμε βαθιά εξοικειωμένοι και στα δύο…Αυθεντικοί κι αγνοί είμαστε μόνον όταν συγκατανεύουμε στο Όλο, σ’ αυτό που ακόμη δεν έχει κριθεί, στο μεγάλο, στο μέγιστο.”
“Σύμφωνα λοιπόν με την τωρινή μου στάση απέναντί του, ο θάνατος με τρομάζει περισσότερο όταν παίρνει κάποιον που δεν τον πρόλαβα, που έμεινε για μένα ανερμήνευτος ή μοιραίος, παρά όταν παίρνει εκείνους που, ενόσω ζούσαν, τους αγαπούσα με σιγουριά, έστω κι αν άστραψαν για μία μόνο στιγμή μες στην έκσταση της οικειότητας, στην οποία φτάνει η αγάπη. Αν οι άνθρωποι ήταν λίγο πιο αθώοι και χαίρονταν πραγματικά το αληθινό (σαν κάτι εντελώς ανεξάρτητο απ’ τον χρόνο), δεν θα υπήρχε λόγος να τους περάσει απ’ το μυαλό πως κάποτε θα έχαναν ξανά αυτό με το οποίο υπήρξαν πραγματικά συνδεδεμένοι. Δεν υπάρχει αστερισμός πιο συνεκτικός ούτε γεγονός πιο αμετάκλητο από τη σύζευξη ανάμεσα σε δυο ανθρώπους που, άπαξ και πραγματωθεί στον κόσμο του ορατού, εξελίσσεται με ακόμη μεγαλύτερη ένταση και ορμή στο βασίλειο του Αοράτου: στα βάθη εκείνα, όπου η ύπαρξή μας είναι άσβεστη σαν τον χρυσό μέσα στο πέτρωμα, πιο ακατάλυτη κι από ένα αστέρι.”
“Μια απώλεια τόσο σημαντική, που ξεπερνά κάθε μέτρο, μας εισάγει ουσιαστικά στο Όλον. Ο θάνατος δεν είναι παρά ένα αμείλικτο μέσον προκειμένου να εξοικειωθούμε και με την αθέατη πλευρά της ύπαρξής μας…Το πένθος μας έχει εξάλλου το παράξενο προνόμιο να λειτουργεί ως ολοκληρωμένη μάθηση, επίτευξη, αυθεντική και απόλυτη συνειδητοποίηση…”
“Ο θάνατος είναι μια αξία τόσο απερίγραπτη, άμετρη, ώστε ο Θεός να του επιτρέπει να μας βρίσκει πάντοτε, ακόμη και με τους πιο ανόητους τρόπους, μόνο και μόνο γιατί δε δύναται να μας προσφέρει τίποτε σπουδαιότερο…”
“…πράγματι, για να ζήσουμε πρέπει να πιστεύουμε πως μέσα σε καθετί κακό κρύβεται μια γνήσια ευεργεσία που εμείς, τυφλοί όντες, θα την κλοτσούσαμε πέρα, αν μας είχε προσφερθεί χωρίς ετούτη την επώδυνη μεταμφίεση…”
“Μια απώλεια τόσο σημαντική, που ξεπερνά κάθε μέτρο, μας εισάγει ουσιαστικά στο Όλον. Ο θάνατος δεν είναι παρά ένα αμείλικτο μέσον προκειμένου να εξοικειωθούμε και με την αθέατη πλευρά της ύπαρξής μας…Το πένθος μας έχει εξάλλου το παράξενο προνόμιο να λειτουργεί ως ολοκληρωμένη μάθηση, επίτευξη, αυθεντική και απόλυτη συνειδητοποίηση…”
“Ο θάνατος είναι μια αξία τόσο απερίγραπτη, άμετρη, ώστε ο Θεός να του επιτρέπει να μας βρίσκει πάντοτε, ακόμη και με τους πιο ανόητους τρόπους, μόνο και μόνο γιατί δε δύναται να μας προσφέρει τίποτε σπουδαιότερο…”
“…πράγματι, για να ζήσουμε πρέπει να πιστεύουμε πως μέσα σε καθετί κακό κρύβεται μια γνήσια ευεργεσία που εμείς, τυφλοί όντες, θα την κλοτσούσαμε πέρα, αν μας είχε προσφερθεί χωρίς ετούτη την επώδυνη μεταμφίεση…”
“Ο θάνατος είναι η πλευρά της ζωής που είναι στραμμένη μακριά μας, είναι αθέατη για μας: πρέπει να μοχθήσουμε για την επίτευξη της μεγαλύτερης δυνατής συνειδητότητας της ύπαρξής μας, που θα ενοικεί και στις δύο απέραντες ετούτες περιοχές, θα τρέφεται ανεξάντλητα και από τις δύο…δεν υπάρχει ούτε εδώ ούτε επέκεινα παρά μόνο η μεγάλη ενότητα, όπου κατοικούν τα πλάσματα εκείνα που μας υπερβαίνουν, οι «άγγελοι»…”
“Ο θάνατος, κυρίως όταν βιώνεται πλήρως, δεν απομένει ποτέ ως εμπόδιο στη ζωή όσων επιβιώνουν. Διότι η βαθύτερη υπαρξιακή ουσία του δεν αντιτίθεται σε μας και, όπως μπορεί να μαντέψει κανείς κάποιες στιγμές, γνωρίζει για τη ζωή περισσότερα απ’ όσα εμείς ξέρουμε, ακόμη και στις στιγμές της μεγαλύτερης ζωτικότητάς μας. Εγώ πάντοτε υποστηρίζω πως ένα τέτοιο βάρος, με όλη την τρομακτική πίεση που μπορεί να ασκήσει, έχει επωμισθεί κατά κάποιον τρόπο το καθήκον να μας βυθίσει σ’ ένα βαθύτερο εσωτερικό στρώμα της ζωής, ώστε να βλαστήσουμε κατόπιν από μέσα του ακόμη πιο γόνιμοι…”
“Οι βαθύτερες εμπειρίες της ζωής μου επέδρασαν σωρευτικά, κάνοντάς με να δεχτώ τον θάνατο ως άλλο μέρος της τροχιάς, που τις ιλιγγιώδεις καμπές της ακολουθούμε ανίκανοι να σταματήσουμε έστω και για ένα λεπτό. Κλίνω ολοένα και περισσότερο, ευρισκόμενος σε κατάσταση προσωρινότητας, προς μια συναίνεση με τούτο το Όλον, εκεί που υπάρχει εντεινόμενη αλληλοδιείσδυση και σύντηξη μεταξύ ζωής και θανάτου. Ο άγγελος των καταφάσεών μου στρέφει προς τον θάνατο ένα πρόσωπο που ακτινοβολεί…Νιώθω τόσο ίδιος στο σώμα και στην ψυχή και, μόλις συγκατανεύσω ολοκληρωτικά στις αναγκαίες μεταβολές και σε όλους τους αποχαιρετισμούς που μας επιβάλλει ο κυρίαρχος ρυθμός, βλέπω την ομίχλη όλων αυτών των μεταβολών να διαλύεται χάρη στη φλόγα μας, που άσβεστη τη διαπερνά…”
Περνώντας στη μελέτη του Λιαντίνη “Έξυπνον Ενύπνιον. Οι ελεγείες του Duino του Rilke”, ακούμε τον καθηγητή να συμφωνεί με τις παραπάνω απόψεις του ποιητή:
“…Ο απλός άνθρωπος αντιμετωπίζει τον θάνατο με απόγνωση. Τον διαχωρίζει στεγανά από τη ζωή και ταυτίζει το νόημά του με την απόλυτη άρνηση…Η υπεύθυνη θέση του μπροστά στην ωμή παρουσία του φρικτού γεγονότος διολισθαίνει στην ανακουφιστική διαφυγή της προσωπικής σωτηρίας. « Ο γείτονας απέθανε », συλλογάται κανείς, « εγώ όμως ζω και η δική μου ώρα απέχει ακόμη…Η αλήθεια μου είναι η λήθη του θανάτου μου »…Η λήθη της φοβερής γνώσης ελευθερώνει την αλήθεια της χαρούμενης πλάνης…Εάν αυτή η συνετή ολιγωρία δίνει στον απλό άνθρωπο συνεχώς την ευκαιρία αναβολής και μετάθεσης, ουσιαστικά δεν θεραπεύει, αλλά κακοφορμίζει το πρόβλημα….”
“Ο θάνατος, κυρίως όταν βιώνεται πλήρως, δεν απομένει ποτέ ως εμπόδιο στη ζωή όσων επιβιώνουν. Διότι η βαθύτερη υπαρξιακή ουσία του δεν αντιτίθεται σε μας και, όπως μπορεί να μαντέψει κανείς κάποιες στιγμές, γνωρίζει για τη ζωή περισσότερα απ’ όσα εμείς ξέρουμε, ακόμη και στις στιγμές της μεγαλύτερης ζωτικότητάς μας. Εγώ πάντοτε υποστηρίζω πως ένα τέτοιο βάρος, με όλη την τρομακτική πίεση που μπορεί να ασκήσει, έχει επωμισθεί κατά κάποιον τρόπο το καθήκον να μας βυθίσει σ’ ένα βαθύτερο εσωτερικό στρώμα της ζωής, ώστε να βλαστήσουμε κατόπιν από μέσα του ακόμη πιο γόνιμοι…”
“Οι βαθύτερες εμπειρίες της ζωής μου επέδρασαν σωρευτικά, κάνοντάς με να δεχτώ τον θάνατο ως άλλο μέρος της τροχιάς, που τις ιλιγγιώδεις καμπές της ακολουθούμε ανίκανοι να σταματήσουμε έστω και για ένα λεπτό. Κλίνω ολοένα και περισσότερο, ευρισκόμενος σε κατάσταση προσωρινότητας, προς μια συναίνεση με τούτο το Όλον, εκεί που υπάρχει εντεινόμενη αλληλοδιείσδυση και σύντηξη μεταξύ ζωής και θανάτου. Ο άγγελος των καταφάσεών μου στρέφει προς τον θάνατο ένα πρόσωπο που ακτινοβολεί…Νιώθω τόσο ίδιος στο σώμα και στην ψυχή και, μόλις συγκατανεύσω ολοκληρωτικά στις αναγκαίες μεταβολές και σε όλους τους αποχαιρετισμούς που μας επιβάλλει ο κυρίαρχος ρυθμός, βλέπω την ομίχλη όλων αυτών των μεταβολών να διαλύεται χάρη στη φλόγα μας, που άσβεστη τη διαπερνά…”
Περνώντας στη μελέτη του Λιαντίνη “Έξυπνον Ενύπνιον. Οι ελεγείες του Duino του Rilke”, ακούμε τον καθηγητή να συμφωνεί με τις παραπάνω απόψεις του ποιητή:
“…Ο απλός άνθρωπος αντιμετωπίζει τον θάνατο με απόγνωση. Τον διαχωρίζει στεγανά από τη ζωή και ταυτίζει το νόημά του με την απόλυτη άρνηση…Η υπεύθυνη θέση του μπροστά στην ωμή παρουσία του φρικτού γεγονότος διολισθαίνει στην ανακουφιστική διαφυγή της προσωπικής σωτηρίας. « Ο γείτονας απέθανε », συλλογάται κανείς, « εγώ όμως ζω και η δική μου ώρα απέχει ακόμη…Η αλήθεια μου είναι η λήθη του θανάτου μου »…Η λήθη της φοβερής γνώσης ελευθερώνει την αλήθεια της χαρούμενης πλάνης…Εάν αυτή η συνετή ολιγωρία δίνει στον απλό άνθρωπο συνεχώς την ευκαιρία αναβολής και μετάθεσης, ουσιαστικά δεν θεραπεύει, αλλά κακοφορμίζει το πρόβλημα….”
“Ο φόβος θανάτου λανθάνων αλλά πανσθενής, αντίστρεψε τον άξονα της ανθρώπινης πράξης και δημιούργησε ένα ψυχοπνευματικό καθεστώς εντελώς ξένο προς τη φυσική τάξη….Ο άνθρωπος δεν προσπαθεί πλέον να συναντήσει τη ζωή, αλλά να αποφύγει τον θάνατο. Τούτο σημαίνει ότι ο χαρακτήρας της ανθρώπινης πράξης δεν είναι θετικός αλλά αρνητικός…Η συνειδητή τάση του ανθρώπου να ξεφύγει τη φτώχεια της ζωής υπηρετεί ασυνείδητα τον πλούτο του θανάτου. Και όσο η τάση αυτή γίνεται μανία, τόσο ο φόβος του θανάτου γίνεται πανικός. Τα αποθέματα του ανθρώπου σε υλικό πλούτο είναι αναλόγως ισόποσα με τα αποθέματά του σε σκότη θανάτου…”
“Αγρυπνία θανάτου σημαίνει κατάσταση εξόδου από τον ύπνο της ζωής…[Ας θυμηθούμε εδώ τα λόγια του Ηράκλειτου για τους ξύπνιους και τους κοιμισμένους]…Ο ολοφυρμός των ζωντανών μπροστά σ’ ένα νεκρό εκφράζει την οδυνηρή τους γνώση για την απουσία της ζωής από το πτώμα, στο βαθμό που εκφράζει την οδυνηρή τους άγνοια για την παρουσία θανάτου στον ίδιο τον εαυτό τους…Εάν ο θάνατος ενσκήπτει σαν γεγονός βίαιο και τραχύ (factum brutum) και αποσβολώνει την ανθρώπινη εμπειρία, τούτο δεν οφείλεται στη φύση του θανάτου, αλλά στη στάση του ανθρώπου. Δεν είναι βάναυσος ο θάνατος, αλλά ο τρόπος με τον οποίο μεταχειρίζεται ο άνθρωπος τη ζωή είναι αδέξιος και σκαιός.”
“Είναι περίεργο ότι ο άνθρωπος προκειμένου να κατακτήσει το φαινόμενο της ζωής του, ίδρυσε πλήθη επιστημών και παράλειψε να προχωρήσει στην οργάνωση της πιο σημαντικής, της επιστήμης του θανάτου. Πώς ημπορεί να κατανοηθεί το ότι ομάδες ατελείωτες ερευνητικών δραστηριοτήτων μελετούν διασπασμένα και πενιχρά τα ασυνάρτητα τμήματα της ζωής και δεν υπάρχει ακόμη ως επιστήμη η μελέτη θανάτου, της οποίας η έρευνα αναγκαία αναφέρεται στην ολότητα της ζωής;…Έχει κανείς στην ιδιοκτησία του τον θάνατό του, ένα μεταλλείο πολύτιμης ουσίας και αιωνιότητας και το αφήνει να οξειδώνεται στην αργία…
Εάν στα σημερινά πανεπιστήμια του κόσμου δεν υπάρχει ούτε μία έδρα διδασκαλίας του θανάτου, της επιστήμης που θα την ονομάζαμε θ α ν α τ ο λ ο γ ί α και εάν η σημερινή πανεπιστήμη είναι ancilla της ειδωλικής ζωής, «ειδωλοποιεί τα είδωλα» όπως θα έλεγε ο Πλάτων, στα παιδευτήρια του μετα-ιστορικού ανθρώπου είναι βέβαιο ότι όλες οι επιστήμες θα μελετούν και θα θεραπεύουν τον θάνατο. Αυτού του είδους η πνευματική ενέργεια θα αποτελέσει την εγγύηση για την υγεία της ιστορίας. Η φαντασία του καλλιτέχνη ημπορεί να ιστορήσει από τώρα την εικόνα του Rilke στους ναούς του μέλλοντος. Περισσότερο φωτεινή από το πρόσωπο του Ηράκλειτου στις βιβλιοθήκες και λιγώτερο κακοποιημένη από τη μορφή του Ιησού στις εκκλησίες του καιρού μας.”
“Αγρυπνία θανάτου σημαίνει κατάσταση εξόδου από τον ύπνο της ζωής…[Ας θυμηθούμε εδώ τα λόγια του Ηράκλειτου για τους ξύπνιους και τους κοιμισμένους]…Ο ολοφυρμός των ζωντανών μπροστά σ’ ένα νεκρό εκφράζει την οδυνηρή τους γνώση για την απουσία της ζωής από το πτώμα, στο βαθμό που εκφράζει την οδυνηρή τους άγνοια για την παρουσία θανάτου στον ίδιο τον εαυτό τους…Εάν ο θάνατος ενσκήπτει σαν γεγονός βίαιο και τραχύ (factum brutum) και αποσβολώνει την ανθρώπινη εμπειρία, τούτο δεν οφείλεται στη φύση του θανάτου, αλλά στη στάση του ανθρώπου. Δεν είναι βάναυσος ο θάνατος, αλλά ο τρόπος με τον οποίο μεταχειρίζεται ο άνθρωπος τη ζωή είναι αδέξιος και σκαιός.”
“Είναι περίεργο ότι ο άνθρωπος προκειμένου να κατακτήσει το φαινόμενο της ζωής του, ίδρυσε πλήθη επιστημών και παράλειψε να προχωρήσει στην οργάνωση της πιο σημαντικής, της επιστήμης του θανάτου. Πώς ημπορεί να κατανοηθεί το ότι ομάδες ατελείωτες ερευνητικών δραστηριοτήτων μελετούν διασπασμένα και πενιχρά τα ασυνάρτητα τμήματα της ζωής και δεν υπάρχει ακόμη ως επιστήμη η μελέτη θανάτου, της οποίας η έρευνα αναγκαία αναφέρεται στην ολότητα της ζωής;…Έχει κανείς στην ιδιοκτησία του τον θάνατό του, ένα μεταλλείο πολύτιμης ουσίας και αιωνιότητας και το αφήνει να οξειδώνεται στην αργία…
Εάν στα σημερινά πανεπιστήμια του κόσμου δεν υπάρχει ούτε μία έδρα διδασκαλίας του θανάτου, της επιστήμης που θα την ονομάζαμε θ α ν α τ ο λ ο γ ί α και εάν η σημερινή πανεπιστήμη είναι ancilla της ειδωλικής ζωής, «ειδωλοποιεί τα είδωλα» όπως θα έλεγε ο Πλάτων, στα παιδευτήρια του μετα-ιστορικού ανθρώπου είναι βέβαιο ότι όλες οι επιστήμες θα μελετούν και θα θεραπεύουν τον θάνατο. Αυτού του είδους η πνευματική ενέργεια θα αποτελέσει την εγγύηση για την υγεία της ιστορίας. Η φαντασία του καλλιτέχνη ημπορεί να ιστορήσει από τώρα την εικόνα του Rilke στους ναούς του μέλλοντος. Περισσότερο φωτεινή από το πρόσωπο του Ηράκλειτου στις βιβλιοθήκες και λιγώτερο κακοποιημένη από τη μορφή του Ιησού στις εκκλησίες του καιρού μας.”
Επίσης, στα “Ελληνικά” ο Λιαντίνης λέει για τον θάνατο:“…Η ώρα του θανάτου που κάποτε θα ‘ρθει για τον καθένα μας – ο θάνατος είναι η μοναδική σταθερά της ανθρώπινης φύσης – είναι μια ώρα απερίγραπτης τραγικότητας. Γιατί εκείνη τη φοβερή στιγμή ο άνθρωπος εξοφλεί την επιταγή της ζωής…Ρωτάς: ποια είναι η χρέωση και ποια είναι η σπατάλη μου; Μα είναι η ίδια η ζωή. Η ζωή η δική σου που έζησες, με όλες τις χαρές που σου ‘δειξε. Ότι είδες τον ήλιο το πρωί και τη θάλασσα τον Ιούλιο. Ότι περπάτησες σε μια ρεματιά τον Μάη μ’ ένα κορίτσι στο πλάι σου κι ακούσατε τ’ αηδόνι. Ότι δίψασες και ήπιες το κρύο νερό της πηγής. Αυτά πληρώνεις την ώρα που πεθαίνεις.
Εκείνη λοιπόν τη στιγμή της ανεκλάλητης χρείας και της φρικτής εγκατάλειψης είναι ακριβώς που εδιάλεξε η εκκλησία να φορτώσει τον αφελή χριστιανό με τους αιώνιους τρόμους της κόλασης…Να φορτώνεις λοιπόν τον άνθρωπο τον αφελή και τον αθώο κάπου, γιατί είναι το μεγάλο σου θύμα, με τέτοιες φρικτές φαντασίες την πανίερη και την υπέρτατη και τη φοβερή ώρα που ψυχομαχεί, την ώρα που δίνει την πιο άγρια μάχη – τι ‘ναι μπροστά της τα Γαυγάμηλα και οι Κάννες και η Μάχη των Εθνών! – να βγει η ψυχούλα του για να λυτρωθεί από την αγωνία του θανάτου. Ερωτώ: ποιος σατανάς, ποιο ανθρώπινο τέρας, ποιος αρχιτέκτονας του σκότους και του ουαί θα μπορούσε να δείξει αγριότερο μίσος και να επινοήσει χειρότερο μαρτύριο για τους ανθρώπους;…”
Κλείνοντας το δεύτερο μέρος, ας ακούσουμε τη φωνή του ίδιου του Δημήτρη Λιαντίνη να απευθύνεται προς τον θάνατο με περηφάνεια και τόλμη ( ελπίζω μόνο να μην παρερμηνευτεί αυτό το απόσπασμα ως προτροπή προς αυτοκτονία…):
“Θα πεθάνω, Θάνατε, όχι όταν θελήσεις εσύ, αλλά όταν εγώ θα θελήσω. Σε τούτη την έσχατη ολική πράξη δεν θα γίνει το δικό σου, αλλά το δικό μου. Παλεύω τη θέλησή σου. Παλεύω τη δύναμή σου. Σε καταπαλεύω ολόκληρον. Μπαίνω μέσα στη γη όταν εγώ αποφασίσω, όχι όταν αποφασίσεις εσύ. Και σένα σε αφήνω ρέστο και ταπί. Με βλέπεις κατεβασμένο στον Άδη αφεαυτού μου και αυτοθέλητα. Και ανατριχιάζεις εσύ και το βασίλειό σου. Ο τάφος, η ταφόπλακα, το σκοτάδι, το ποτέ πια και όλα σου τα υπάρχοντα μπροστά στην πράξη μου και στην επιλογή μου μένουν εμβρόντητα και χάσκουν…”
Εκείνη λοιπόν τη στιγμή της ανεκλάλητης χρείας και της φρικτής εγκατάλειψης είναι ακριβώς που εδιάλεξε η εκκλησία να φορτώσει τον αφελή χριστιανό με τους αιώνιους τρόμους της κόλασης…Να φορτώνεις λοιπόν τον άνθρωπο τον αφελή και τον αθώο κάπου, γιατί είναι το μεγάλο σου θύμα, με τέτοιες φρικτές φαντασίες την πανίερη και την υπέρτατη και τη φοβερή ώρα που ψυχομαχεί, την ώρα που δίνει την πιο άγρια μάχη – τι ‘ναι μπροστά της τα Γαυγάμηλα και οι Κάννες και η Μάχη των Εθνών! – να βγει η ψυχούλα του για να λυτρωθεί από την αγωνία του θανάτου. Ερωτώ: ποιος σατανάς, ποιο ανθρώπινο τέρας, ποιος αρχιτέκτονας του σκότους και του ουαί θα μπορούσε να δείξει αγριότερο μίσος και να επινοήσει χειρότερο μαρτύριο για τους ανθρώπους;…”
Κλείνοντας το δεύτερο μέρος, ας ακούσουμε τη φωνή του ίδιου του Δημήτρη Λιαντίνη να απευθύνεται προς τον θάνατο με περηφάνεια και τόλμη ( ελπίζω μόνο να μην παρερμηνευτεί αυτό το απόσπασμα ως προτροπή προς αυτοκτονία…):
“Θα πεθάνω, Θάνατε, όχι όταν θελήσεις εσύ, αλλά όταν εγώ θα θελήσω. Σε τούτη την έσχατη ολική πράξη δεν θα γίνει το δικό σου, αλλά το δικό μου. Παλεύω τη θέλησή σου. Παλεύω τη δύναμή σου. Σε καταπαλεύω ολόκληρον. Μπαίνω μέσα στη γη όταν εγώ αποφασίσω, όχι όταν αποφασίσεις εσύ. Και σένα σε αφήνω ρέστο και ταπί. Με βλέπεις κατεβασμένο στον Άδη αφεαυτού μου και αυτοθέλητα. Και ανατριχιάζεις εσύ και το βασίλειό σου. Ο τάφος, η ταφόπλακα, το σκοτάδι, το ποτέ πια και όλα σου τα υπάρχοντα μπροστά στην πράξη μου και στην επιλογή μου μένουν εμβρόντητα και χάσκουν…”
[ Bonus βιντεάκι με ομιλία του Λιαντίνη για τον θάνατο]:
13 σχόλια:
"Γιατί εκείνη τη φοβερή στιγμή ο άνθρωπος εξοφλεί την επιταγή της ζωής…Ρωτάς: ποια είναι η χρέωση και ποια είναι η σπατάλη μου; Μα είναι η ίδια η ζωή. Η ζωή η δική σου που έζησες, με όλες τις χαρές που σου ‘δειξε. Ότι είδες τον ήλιο το πρωί και τη θάλασσα τον Ιούλιο. Ότι περπάτησες σε μια ρεματιά τον Μάη μ’ ένα κορίτσι στο πλάι σου κι ακούσατε τ’ αηδόνι. Ότι δίψασες και ήπιες το κρύο νερό της πηγής. Αυτά πληρώνεις την ώρα που πεθαίνεις."
πόσο ομορφότερα θα μπορου΄σε να μιλήσει κανείς για την ομορφιά της ζωής και την αποπληρωμή του ..χρέους;
και ναί, θεωρώ οτι πολύ διεστραμένα μυαλά σκέφτηκαν την κόλαση και τα τοιαύτα..
(αν και δέν συμφωνώ με την άποψη του Λιαντίνη για το δικό του τέλος)
ο Φιλόσοφος αναζητά τον Θάνατο χωρίς να τον προκαλεί όμως..
καλησπέρα :)
Καλησπέρα, φίλε!
Δε λέω πως η στάση του Λιαντίνη είναι η ενδεδειγμένη που θα έπρεπε να ακολουθήσει ο καθένας.
Ούτε μπορώ να γνωρίζω πώς σκεφτόταν και τι ακριβώς ήθελε να αποδείξει με τον εθελούσιο θάνατό του.
Είτε όμως συμφωνούμε είτε διαφωνούμε, το γεγονός και μόνο ότι αντιμετωπίζει έτσι αγέρωχα και σχεδόν απαξιωτικά κάτι τόσο φρικτό, που όλος ο υπόλοιπος κόσμος τρέμει στο άκουσμά του, τον κάνει τουλάχιστον ξεχωριστό.
Δε χρειάζεται να ακολουθήσουμε το τέλος του Λιαντίνη.
Ας προσαρμόσουμε στις δικές μας συνθήκες ζωής όσες από τις απόψεις και τις ιδέες του πιστεύουμε ότι μπορούν να μας ωφελήσουν και να μας βοηθήσουν να ζήσουμε πιο αυθεντικά και πιο ταιριαστά με την αληθινή μας φύση...
Καληνύχτα!
Γεια σου Φώτη!Ζωή - θάνατος,οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος.
ο φόβος του θανάτου μεταμορφώνει,οδηγεί στη ζωή.
Συνειδητοποιώ ότι τελικά οι άνθρωποι που αρνήθηκαν να μπουν βαθειά στο φόβο του θανάτου και προσπαθώντας να ξορκίσουν το φόβο τους,βολεμένοι μέσα σε μια ψεύτικη ασφάλεια είναι αυτοί που πεθαίνουν κάθε μέρα,είναι ήδη νεκροί...
Απλά όταν έρθει ο θάνατος ως φυσικό γεγονός για να πεθάνει η ύλη,ήδη έχουν πεθάνει χιλιάδες φορές.
Ξέρεις διαβάζοντας το κειμενό σου συνειδητοποιώ ότι τις μεγαλύτερες αλλαγές στη ζωή μου τις έκανα όταν ήρθα αντιμέτωπη με το φόβο του θανάτου.
θα ήθελα πολύ να συνεχίσεις τις αναρτήσεις σου σχετικά με το θάνατο ή να δημιουργήσεις ένα ιστολόγιο σχετικά με αυτόν.
Φόβος του θανάτου δίνει φτερά!
Καλησπέρα, Ειρήνη μου!
Χαίρομαι γιατί είσαι από τους ανθρώπους που έχουν αρχίσει να σέβονται και να αποδέχονται τον θάνατο και να συνειδητοποιούν πως δεν είναι εχθρός, αλλά φίλος και δάσκαλος, που μας υπενθυμίζει συνεχώς τις πραγματικές αξίες και τις προτεραιότητες της ζωής...
Σχετικά με το ιστολόγιο του θανάτου, δεν θέλω και πολύ για να το βάλω μπροστά! Η ιδέα με γυροφέρνει καιρό και ίσως τελικά να το κάνω.
(Καλά, δεν παίζεσαι!
Η τελευταία φράση σου ακούστηκε σαν...διαφήμιση για το Red Bull!
"Ο θάνατος δίνει φτεράαααααα!...")
Σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια!Ξέρεις Φώτη, κάποιες φορές κάτι που το φοβόμαστε, ή το μειώνουμε ή αστειευόμαστε με αυτό.
Ισως τελικά να έχουμε πάρει το γεγονός του θανάτου πολύ στα σοβαρά!
ο θάνατος δεν υπερβαίνει τις δυνάμεις μας, είναι απλώς το σημάδι στο χείλος του δοχείου: κάθε φορά που το φτάνουμε, είμαστε πλήρεις…Δεν εννοώ πως πρέπει να αγαπάμε τον θάνατο, τη ζωή όμως πρέπει να την αγαπάμε τόσο γενναιόδωρα, χωρίς υπολογισμούς και επιλεκτικότητα, έτσι ώστε να τον συμπεριλαμβάνουμε και αυτόν στο διηνεκές, να τον αγαπάμε μαζί της"
Αυτη είναι η "ΔΙΑΔΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ"μας..και όχι αυτό που οι θρησκείες με σπουδή για να έχουν υποχείριο τις μάζες έχουν καλιεργήσει.. Τον φόβο του θανατου σε ύψιστο βαθμό, με απώτερο σκοπό όλη μας την ζωή να την ξοδεύουμε σε" μη ζωή"έχοντας κυρίαρχη σκέψη τον θάνατο που έτσι κι αλλιως γεννηθηκαμε με αυτόν.Και χάνουμε την ουσία της διαδρομής.
Ενα απλό παράδειγμα θα σου πω..
"είμαστε παρέα καταχαρούμενοι απολαμβάνουμε όμορφες στιγμές ..γελάμε..χαιρόμαστε..και κάποια στιγμή κόβεται η συνέχεια αύτης της ευφορείας με αρνητική σκέψη..."μπα σε καλό να μας βγει..να μην πάθουμε κακό..τόσο όμορφα που έιναι όλα..."
Πόσο μας έχουν κακοφορμίσει με την ιδέα του θανάτου;;
Φώτη πολύ ωραίο θέμα!!!
Καταπληκτικά κείμενα από καταπληκτικούς ανθρώπους!!
Καλημέρα, Πέλα μου!
Όντως, αφού ζωή και θάνατος είναι αλληλοσυμπληρούμενα φαινόμενα, δεμένα και αξεχώριστα και μαζί αποτελούν την ολότητα τη ςδημιουργίας, πόσο αφύσικη είναι η θέση και η στάση που αποκλείει και απορρίπτει το θάνατο από τη σκέψη μας!
Το θέμα είναι θεμελιώδες και το μήνυμα που θέλω να περάσω είναι τελικά χαρούμενο και αισιόδοξο.
Θα φανεί και στην τρίτη ανάρτηση.
Πες τα, Πέλα μου, πες τα να τ' ακούνε και κάποιες "γοργόνες" και κάποιες "πεταλούδες", που μ' έχουνε βάλει στη μέση κι όλο μe "θάβουν":
"Μα τι σ' έπιασε καλοκαιριάτικα;
Δε μπορούσες να γράψεις κάτι χαρούμενο;"
Όταν τον αποδεχτείς το θάνατο, η αλήθεια σε ελευθερώνει...
Φιλιά και καλημέρες!
Τα όπλα που διαθέτει η ανθρωπότητα απέναντι στην αθλιότητα της ζωής και τη βεβαιότητα του θανάτου είναι ο αγώνας, ο έρωτας, η τέχνη. ΝΙΤΣΕ
Συμφωνώ με την "Πέλα μου",δεν έχω ...νου να πω περισσότερα,έχει καταλάβει το ...σκληρό μου δίσκο η ...Παναγιά Πολυγύρου!...
Πρέπει να διαβάσω και τα ποιήματα που θα πω!...
Ποιος από σας θα έρθει;
(το απόγευμα ήπιαμε καφέ με την "Πέλα μου", πάλι για τη Μακρινίτσα μού μιλούσε...)
καλησπερα!
εδω ειναι που γοργονες και πεταλουδες θαβουνε ποιητές?
θαβουνε?
(κάποιες φορές οι λέξεις έχουνε μια πολυσημία..)
μουσική η συμπλήρωση που έχω να κανω:
http://www.youtube.com/watch?v=eIPaZ0V5f-8&feature=related
αυτό θα μου τραγουδάει όταν θα έρθει να με πάρει.......
και σε αυτην την εκτέλεση παρακαλω, μιαν αδυναμία στην Ανατολή την έχουμε η αλήθεια ειναι...
εκτέλεση?
λιγακι μακαβριο ακουστηκε?
καλησπερα!!!!!!!!!
φιλακιαααααααααααααααααααααα!
Υ.Γ διότι και πεθαινοντας θα χορευουμε θελω να πιστευω......
Καλησπέρα, Ιωάννα!
Σε ζηλεύω που θα πας στην εκδήλωση του Επίκουρου, αφού τελικά δε θα μπορέσουμε να έρθουμε.
Είναι πολλά τα χιλιόμετρα και δεν υπάρχει ούτε ελεύθερος χρόνος, αλλά ούτε και...βενζίνη!
Εύχομαι να περάσετε υπέροχα!
Καλησπέρα, τρελοπεταλούδα μου!
Πολύ ωραία και ενδιαφέρουσα η διασκευή του "I put a spell on you"!
Δε θα διαφωνήσω καθόλου!
Κι εμένα θα μ' άρεσε να φύγω χορεύοντας!!!
Πολλά φιλιά!
Θελω να ρωτησω που βρηκες την φωτο με τον ανθρωπο που ανεβαινει τις σκαλες, ειμαι ζωγραφος και ενδιαφερομαι. ευχαριστω.
Καλεεεεεεεεεεεεεεεεε
που ειστε εσεις;
Ασε τις θανατολογιες και πιασε την ζωη
ΥΓ Μου εκλαψαν το κινητο κι εχασα τα νουμερα ολα
Δημοσίευση σχολίου