Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου 2011

Προσκύνημα στον ιερό βράχο


Περπάτησα ξανά πάνω σε πέτρες άγιες,

βαπτίστηκα στης Αττικής τον ήλιο

κι έχτισα πάνω στο βράχο της ψυχής μου

ναό κι ακρόπολη…


Με το βλέμμα στραμμένο στο αιώνιο θαύμα

καθηλωμένος κι άναυδος

εκεί που σμίγουν λουσμένα μέσα σε μάρμαρο ιερό

τα έργα των θεών και των ανθρώπων,


λέπια τα ψεύδη πέσαν απ’ τα μάτια μου,

αποκατέστησα εντός μου την πολύτιμη αρμονία,

σαν άνθος πάλλευκο βλάστησε μέσα μου η αλήθεια…


Τόσο καιρό πού έψαχνα;…


Άλλο δεν έχει δρόμο να διαβεί

το Φως

παρά την Τέχνη…



Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2011

Ζωή Αιώνια


Αγάπης άρωμα κι άσβεστο Φως ήσουν Ψυχή μου. Παρθένα αναδύθηκες, σπίθα φωτιάς αθάνατη απ’ την Αιώνια Φλόγα. Μα μέθυσες απ’ το ίδιο τ’ άρωμά σου κι έφτιαξες κόσμο ψεύτικο, πρωτόγνωρο για σένα.

Πως μπόρεσες;


Μαγεύτηκες σαν Νάρκισσος, απ’ το καθρέπτισμα της μορφής σου στα κρυστάλλινα νερά της πηγής, και χάθηκες στη λήθη.


Πως μπόρεσες;




Άφησες την πλάνη της ύλης να σε παγιδέψει με λόγια ψεύτικα, να εισχωρήσει μέσα σου και να νοθέψει το μύρο σου. Τα κύματα της διττότητας διατάραξαν τη γαλήνη σου και έπνιξαν κάθε παλμό αγάπης και χαράς, κι έμεινες να δονείσαι πλέον αμυδρά και άρρυθμα. Αφέθηκες να σε παρασύρει το ρεύμα της χωριστικότητας και σε οδήγησε στη δίνη της απόγνωσης.


Τι κρίμα!


Έπνιξες τη θεία δόνηση σου, σκοτείνιασες το διάχυτο στην απεραντοσύνη θείο φως σου, ξεθύμανες το παραδείσιο άρωμά σου.


Άνθρωπος πλέον, περιπλανώμενος στη γη, τυφλός μες το σκοτάδι, κι απ’ το θρόνο που κάποτε κατείχες θα έβλεπες σήμερα την αντανάκλασή σου να έρπει δυστυχισμένη.


Πως μπόρεσες ;


Κλείσε τα άψυχα μάτια σου, που σε κόσμο ψεύτικο σ’ έχουν φέρει και σε λάθος ζωή σε οδηγούν και σκύψε στα βάθη της Ύπαρξής σου. Ξεσκέπασε την ψυχή σου, την αληθινή ζωή θαμμένη κάτω απ’ τη ζωή σου, που διψά, σταγόνα αυτή να ενωθεί με την αιώνια θάλασσα.

Άσε το φως του θησαυρού σου να ξεχυθεί ατέλειωτο, να δώσει ζωή στη ζωή σου που ψυχορραγεί.

Πες όχι στο θάνατο που αιώνες τον ακολουθείς κι άρχισε πάλι να ζεις.

Δες την αληθινή ζωή που τόσο ανόητα και μάταια προσπάθησες να σβήσεις μα οι κραδασμοί της ακόμα αργοδονούν την ύπαρξή σου.


Ζωή επλάσθης ο ίδιος, γίνε ξανά ζωή αιώνια.



Συνοδοιπόροι είμαστε με τον ίδιο προορισμό...

Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2011

Η ηρωική αντίληψις της ζωής

Στη σημερινή εποχή του κατήφορου, της ανευθυνότητας, του ψεύδους, της απάτης, της ατιμωρησίας και της ηθικής παρακμής, μορφές, όπως αυτή του σπουδαίου φιλολόγου και φιλοσόφου Ιωάννη Συκουτρή (1901-1937), έρχονται από τα βάθη του χρόνου, πάντα ζωντανές και πάντα επίκαιρες, για να μας θυμίσουν θεμελιώδεις αξίες και διδάγματα ζωής…

Παραθέτω αποσπάσματα από κείμενό του σχετικά με τον ηρωικό τρόπο ζωής, παρμένο από σειρά μαθημάτων του στην Ελευθέρα Σχολή Κοινωνικής Προνοίας. Αξίζει να δώσουμε προσοχή σε μερικές αρετές, που, αν υπήρχαν σήμερα σε μεγαλύτερο βαθμό και σε περισσότερους ανθρώπους, θα αρκούσαν ίσως για να αποφύγουμε το θλιβερό κατάντημα των ημερών μας…

[ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η σύνταξη και η ορθογραφία ακολουθεί το πρωτότυπο κείμενο.]

"…[Ο ηρωικός άνθρωπος]…αισθάνεται πως είναι διαλεγμένος από την Μοίραν ως αγωνιστής και ως μάρτυς – περισσότερον ως μάρτυς, αφού την επιτυχίαν δεν τη μετρεί με αποτελέσματ’ άμεσα, με αριθμούς και μεγέθη, δεν την μετρεί καν διόλου. Είναι το αλεξικέραυνον, που θα συγκεντρώση επάνω του (θα προσελκύση μάλλον εθελουσίως) όλας τας καταιγίδας και όλα τ’ αστροπελέκια, δια να προστατευθούν τα κατοικητήρια των ειρηνικών ανθρώπων. Αλλά θα το κάνη όχι από πνεύμ’ αλτρουισμού και εθελοθυσίας υπέρ των άλλων. Εις την ετοιμότητα του κινδύνου τον σύρει με ακαταμάχητον έλξιν η αισθητική, θα έλεγα, γοητεία του κινδύνου, η συναίσθησις ότ’ είναι προνόμιον των εκλεκτών (όχι καθήκον ή πράξις φιλανθρωπίας) να συντρίβωνται υπέρ των άλλων, υπό των άλλων – το εκλεκτότερον προνόμιον!

Ο ηρωικός άνθρωπος δεν είναι το άνθος, δεν είν’ ο καρπός – αυτά αντιπροσωπεύουν το παρόν και του παρόντος την ανεπιφύλακτον χαράν. Είναι ο σπόρος που θα ταφή και θα σαπίση, δια να αναφανή το άνθισμα και το κάρπισμα. Είν’ εκείνος που θάπτεται δια να εορτασθή η ανάστασις, και ανάστασις χωρίς ταφήν δεν υπάρχει.



Αλλ’ ο ηρωικός άνθρωπος δεν δείχνεται εις την συντριβήν του μόνον, ή και εις την ετοιμότητα έστω προς συντριβήν. Ειδεμή, η ηρωική αντίληψις θα ήτον ιδεώδες θανάτου μόνον, όχι μορφή ζωής – και τι ζωής! Ο ηρωικός άνθρωπος, και μόνον αυτός, ζη έντονα και πλούσια ολόκληρον την Ζωήν. Αλλά το να ζήση έντονα δεν σημαίνει δι’ αυτόν ό,τι συνήθως νοούμεν με την έκφρασιν αυτήν: να δοκιμάζη άφθονα και δυνατά τας απολαύσεις και τας ηδονάς της Ζωής.

Δεν τας αγνοεί βέβαια τας απολαύσεις της Ζωής ο ηρωικός άνθρωπος, αλλά τας δοκιμάζει τόσον, όσον χρειάζεται να τας ξεπεράση, τας γνωρίζει τόσον, ώστε να εννοή, ότι κατά βάθος παραλύουν μάλλον την δύναμιν του ανθρώπου, και ας του χαρίζουν την ψευδαισθησίαν της εντατικότητος και της πλησμονής. Έπειτα τας απολαύσεις αναζητεί εκείνος που ζητεί να πάρη από την Ζωήν, όχι εκείνος που έχει να της δώση – και σε πλουτίζει όχι το να παίρνης αλλά το να δίδης

…Πράγματι ο πόλεμος και ο κίνδυνος είναι το στοιχείον του, η απαραίτητος τροφή του. Ο πόλεμος, λέγω, και η νίκη, όχ’ η επιτυχία. Η επιτυχία δεν είναι πάντοτε νίκη. Είναι νίκη εξωτερική, εξωτερικός πλουτισμός εις επιτεύγματα και κέρδη…Αλλ’ ο ηρωικός ζητεί την νίκην εκείνου που χαίρεται το ότι επολέμησε, το ότι εκινδύνευσε, το ότι αντέστη, την νίκην ως ευκαιρίαν μόνον να ζήση εντόνους και αγωνιώδεις στιγμάς. Και παρόμοια νίκη συνυπάρχει κάλλιστα με την αποτυχίαν εις τους αντικειμενικούς σκοπούς, καθώς η αποτυχία των 300 εις τας Θερμοπύλας…

…Αλλ’ επιτυχία σημαίνει πραγματοποίησις σκοπού, που ευρίσκετ’ έξω μας, και εκείνος έχει μέσα του τον σκοπόν και το νόημα της υπάρξεώς του. Απέναντι αυτού τίποτε δεν μετρεί, ούτ’ η ζωή του ούτ’ η ευτυχία του…

…Οι πολλοί καμαρώνουν δι’ όσους κινδύνους απέφυγαν, όχι δι’ όσους υπεβλήθησαν. Περιγράφουν τας επιτυχίας που επραγματοποίησαν, και υπερηφανεύονται δια την εξυπνάδα των. Αλλά δια τον ηρωικόν άνθρωπον, το είδαμεν: η επιτυχία δεν αποτελεί ούτε κριτήριον ούτε ιδεώδες. Ιδεώδες του και κριτήριον: να ζήση δυνατός και ωραίος. Και είναι γενναιότερον και ωραιότερον ν’ αδικηθής παρά ν’ αδικήσης, να εξαπατηθής παρά να εξαπατήσης.

Άλλωστε προς τι να εξαπατήση; Εξαπατούν οι ετεροκεντρικοί, αυτοί που ασχολούνται διαρκώς με τους άλλους, δια να τους αντιγράφουν ή να τους φθονούν, ή και τα δύο μαζί…Ο ηρωικός όμως αποτελεί ο ίδιος κέντρον του εαυτού του, ελεύθερος εις την απομόνωσίν του, αριστοκρατικός με την απόστασιν εις την οποίαν κρατεί τους άλλους, απτόητος με το θάρρος της προσωπικής του γνώμης και της προσωπικής του ευθύνης, υπερήφανος μέσα εις το άβατον τέμενος της μοναξιάς του…

…Και όμως σπείρει άφθονα τα γεννήματα του νου του. Τα σπείρει, διότι δεν ημπορεί να κάνη διαφορετικά, όπως το δέντρον που τινάζει τους καρπούς του σαν ωριμάσουν, είτ’ ευρίσκοντ’ από κάτω είτε όχι αυτοί που θα τους είναι χρήσιμοι…



Υπερήφανος είναι, όχι εγωιστής. Δι’ αυτό σπαταλά τον εαυτόν του. Η ευτυχία του είναι να δαπανά, ακριβέστερον ακόμη: να δαπανάται. Ανεξάντλητος όπως είναι, δεν ξέρει αριθμητικήν. Είναι τόσον πλούσιος, ώστε θ’ αναπληρώση εύκολα (το ξέρει) κάθε ζημίαν. Προς τι λοιπόν να την υπολογίζη; Υπολογίζει ο πτωχός. Ο πλούσιος κλείνει τα μάτια, απλώνει το χέρι, και σκορπά…Όσα και να σκορπίση, πάντοτ’ εκ του περισσεύματος θα είναι.

Εκ του περισσεύματος αντλεί και η μεγαλοδωρία του ηρωικού ανθρώπου. Αφρόντιστα και αδίστακτα σπαταλά τα πλούτη του, την δραστηριότητά του, την υγείαν του, την ρωμαλεότητα της ψυχής και του νου του. Σκορπά την αγάπην του χωρίς ανταλλάγματα, έτοιμος να πληρώση εκείνους που θα θελήσουν να την δεχθούν. Σκορπά τας συγκινήσεις, τους ενθουσιασμούς και τη φλόγα, τα κάλλη και τα ρίγη της ψυχής του…

…Και είν’ η χαρά του να σκορπά: όλα τ’ αγαθά της γης τα εκτιμά όχι ως κτήματα, αλλ’ ως χρήματα (με την αρχαίαν σημασίαν της λέξεως, εκ του χρώμαι), ως δαπανήματα δηλαδή. Ή μάλλον πιστεύει πως αγαθά δεν είναι. Γίνονται αγαθά, αφ’ ης στιγμής και εφ’ όσον δαπανώνται.



Εις την εργασίαν του καθυποβάλλεται με ανεπιφύλακτον προθυμίαν. Την δέχεται αυτονόητα και χαρωπά, αφού είναι κάτι βαρύ και δύσκολον, αφού ζωή σημαίνει δι’ αυτόν δράσις και κάματος. Εργάζεται από την επιθυμίαν να χρησιμοποιή τας δυνάμεις του σώματος και της ψυχής εις έργα δύσκολα, εργάζετ’ αισθητικώς, καθώς ένας αθλητής…

…Η ζωή ενός ανθρώπου, καθώς αυτού που περιέγραψα, δεν ημπορεί παρά να είναι σύντομος…Σύντομος, διότι ο ηρωικός άνθρωπος περνά ολόκληρον την ζωήν του εις το πολυκίνδυνον μέτωπον του πολέμου. Σύντομος, διότι πάντοτε είναι, από την μοίραν του και μόνην οδηγούμενος, ερασιθάνατος.

Βαδίζει προς τον θάνατον όχι δια να αναπαυθή, όχι διότι εβαρέθηκε την ζωήν, όχι διότι εδειλίασεν ενώπιον αυτής, όχι από μαρασμόν και εξάντλησιν των δυνάμεών του. Ο ηρωικός άνθρωπος δεν υφίσταται τον θάνατον. Δι’ αυτόν και ο θάνατος ακόμη δεν είναι πάσχειν, είναι πράττειν. Είναι η τελευταία πράξις, με την οποίαν επισφραγίζει όλας του τας άλλας πράξεις. Τους δίδει αυτή το νόημα. Διότι και η Ζωή όλη είναι μία διαρκής αρχή, και η αρχή το νόημά της αντλεί από το τέλος, του οποίου είν’ η αρχή. Και είναι το τέλος ο θάνατος, αλλά και η τελείωσις.

Αλλ’ ο πληθωρισμός της ζωής είναι τόσος μέσα του, ώστε και ο θάνατός του δεν είν’ εκμηδένισις πλέον. Μεστώνει από περιεχόμενον, από ηθικήν αναγκαιότητα, πλημμυρίζει από την χαράν και την ωραιότητα μιας τελευταίας νίκης – παρόμοια με τον ήλιον, ο οποίος, κλίνων προς την δύσιν, ενδύεται την πορφυράν του μεγαλοπρέπειαν…"